Η ζωή των νεφροπαθών

Οι νεφροπαθείς (με κάθε βαθμού χρόνια νεφρική ανεπάρκεια) αποτελούν τεράστιο κοινωνικό και οικονομικό πρόβλημα, καθώς σήμερα υπολογίζονται σε περίπου 1.000.000, δηλαδή το 10% του συνολικού πληθυσμού της Χώρας μας!

Ο αριθμός αυτών με τελικό στάδιο συνεχώς αυξάνει και το 2010 στη Χώρα μας ήταν περίπου 13.000 άτομα. Η αύξηση του αριθμού τους σχετίζεται με τον τρόπο ζωής τους. Απόδειξη αποτελεί το γεγονός ότι η υπέρταση και ο διαβήτης τύπου 2, αρρώστιες κυρίως των Πολιτισμένων λαών, ευθύνονται σήμερα σχεδόν για το 70% των περιστατικών νεφρικής ανεπάρκειας τελικού σταδίου.

Είναι αξιοσημείωτο ότι πολλοί από τους ασθενείς με χρόνια νεφρική νόσο παρουσιάζουν καρδιαγγειακά προβλήματα, εξαιτίας αιτίων που διαπιστώνονται και στο γενικό πληθυσμό, αλλά και άλλων που αφορούν μόνο σε αυτούς. Αυτοί οι παράγοντες είναι υπεύθυνοι για περίπου το 50% των καρδιαγγειακών επιπλοκών όσων βρίσκονται στην αιμοκάθαρση.

Οι νεφροπαθείς τελικού σταδίου και ιδιαίτερα εκείνοι που υποβάλλονται σε θεραπεία υποκατάστασης της νεφρικής λειτουργίας, αποτελούν μέρος της ιδιαίτερα ευάλωτης ομάδας ατόμων με χρόνια νοσήματα. Βασικό στοιχείο ωστόσο της δικής τους νόσου είναι ότι πέραν της χρονιότητας του προβλήματος που έχουν, έχουν και απόλυτη εξάρτηση όσο αφορά την ύπαρξή τους από τη θεραπεία και το μηχάνημα που την παρέχει.

Είναι λοιπόν γνωστό ότι οι καρδιαγγειακές παθήσεις αποτελούν σήμερα την πρώτη αιτία θανάτου για τους αιμοκαθαιρόμενους, τους μεταμοσχευμένους και τους ασθενείς με νεφρική ανεπάρκεια τελικού σταδίου. Ωστόσο, οι πλέον πρόσφατες επιστημονικές μελέτες έδειξαν σημαντική μείωση του ποσοστού θνητότητας κατά τα τελευταία 30 έτη, σε ότι αφορά στους αιμοκαθαιρόμενους ασθενείς.

Στο δεύτερο μισό του 20ου αιώνα, γίναμε μάρτυρες της φοβερής επιδημίας της παχυσαρκίας και του σακχαρώδη διαβήτη, ως αποτέλεσμα του τρόπου ζωής και των συνεπειών της ταχυφαγίας, έτσι ώστε ένα στα τέσσερα παιδιά και ένας στους τρεις ενήλικες γύρω μας να είναι υπέρβαροι ή παχύσαρκοι. Το καρδιονεφρικό σύνδρομο είναι ένας όρος που δημιουργήθηκε και χρησιμοποιείται την τελευταία 10ετία για να περιλάβει ασθενείς που πάσχουν ταυτόχρονα από καρδιακή και νεφρική ανεπάρκεια, εξαιτίας κοινών αιτίων, όπως το γήρας, η υπέρταση, το μεταβολικό σύνδρομο και ο σακχαρώδης διαβήτης. Είναι μία οντότητα που θα μας απασχολεί στο μέλλον όλο και περισσότερο, αφού τα αίτιά της αναμένεται να πλήξουν ολοένα και μεγαλύτερες πληθυσμιακές ομάδες. Για τη σωστή αντιμετώπιση των ασθενών με καρδιονεφρικό σύνδρομο, απαιτείται συνεργασία των νεφρολόγων και των καρδιολόγων.

Σε ότι αφορά τους συμβατικούς και μη συμβατικούς παράγοντες κινδύνου για την εμφάνιση καρδιαγγειακών συμβαμάτων στη χρόνια νεφρική νόσο, ο σακχαρώδης διαβήτης αποτελεί τον πρώτο από τους συμβατικούς παράγοντες, αφού περίπου το 40-45% των ασθενών με χρόνια νεφρική νόσο τελικού σταδίου παρουσιάζει διαβητική νεφροπάθεια. Παρά τη σημαντική πρόοδο που σημειώθηκε τα τελευταία έτη όσο αφορά στη διάγνωση, πρόληψη και αντιμετώπιση της διαβητικής νεφροπάθειας, ο κίνδυνος καρδιαγγειακού θανάτου παραμένει υψηλότερος στους διαβητικούς απ’ ότι στους μη διαβητικούς ασθενείς.

Επιπλέον, όπως και στο γενικό πληθυσμό, έτσι και σε ασθενείς με χρόνια νεφρική νόσο, το κάπνισμα αυξάνει τον καρδιαγγειακό κίνδυνο. Αυτό έχει ανεπιθύμητες ενέργειες στη νεφρική λειτουργία, με μηχανισμούς όπως η αύξηση της συστολικής αρτηριακής πίεσης, η ενεργοποίηση του συμπαθητικού νευρικού συστήματος, του συστήματος ρενίνης-αγειοτενσίνης-αλδοστερόνης κ.ά.

Η υπέρταση, η λευκωματουρία, η υπερυδάτωση και η αναιμία, συμμετέχουν στην εγκατάσταση υπερτροφίας της αριστεράς κοιλίας σε ασθενείς με χρόνια νεφρική νόσο. Έτσι, πολλοί αιμοκαθαιρόμενοι ασθενείς παρουσιάζουν το σύνδρομο της υποθρεψίας και φλεγμονής, το οποίο μπορεί να οδηγήσει σε πρώιμη αθηρωμάτωση, διαμέσου ποικίλων μηχανισμών.

Οι κοινωνικές επιπτώσεις της χρόνιας νεφρικής νόσου υπάρχουν, ωστόσο η ποιότητα ζωής έχει βελτιωθεί σημαντικά με την πρόοδο του χρόνου.

Βασικά το κύριο μέλημα του νεφροπαθή είναι η καθημερινή προσπάθεια να κρατηθεί στη ζωή (αιμοκαθαιρόμενος ή περιτοναϊκός) και το δεύτερο να έχει μία ποιότητα ζωής που θα ήθελε ο κάθε φυσιολογικός άνθρωπος, έχοντας το μέσο επίπεδο της κοινωνικής δραστηριότητας και συμμετοχής. Η ποιότητα ζωής των νεφροπαθών τελικού σταδίου, ιδιαίτερα εκείνων με ηλικία κάτω των 60 ετών,

επηρεάζεται από:

  • τη φυσική δραστηριότητα που μπορεί να αναπτύξει, η οποία είναι σαφώς μειωμένη σε σχέση με ένα υγιές άτομο και επηρεάζει τις λειτουργικές σωματικές ικανότητες,
  • τις επιπτώσεις της νόσου του και της θεραπείας στην ψυχολογία του,
  • την κοινωνική προσαρμογή του (αποκατάσταση στην εργασία, διασκέδαση και ψυχαγωγία, οικογενειακές και κοινωνικές αντιδράσεις, αξιοπρέπεια) και
  • τις σχέσεις του με το γιατρό του και το νοσηλευτικό προσωπικό που τον αντιμετωπίζουν.

Η μέθοδος και ο τρόπος προσέγγισης του γιατρού συμβάλλει τα μέγιστα στην ανύψωση της αυτοπεποίθησης και της βελτίωσης της ψυχολογίας του νεφροπαθή.